Αναγνώριση Τέκνου – Επώνυμο Τέκνου
Στο Τέταρτο Βιβλίο του Αστικού Κώδικα με τίτλο «Οικογενειακό Δίκαιο», ρυθμίζονται τόσο οι σχέσεις μεταξύ των συζύγων, όσο και οι σχέσεις γονέων και τέκνων. Τα περισσότερα νομιμά ζητήματα ως προς τις σχέσεις γονέων και τέκνων εγείρονται είτε με τη λύση του γάμου των γονέων, είτε όταν το τέκνο γεννηθεί εκτός του γάμου των γονέων του.
Αναγνώριση Τέκνου
Ειδικότερα το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες μέρες από τη λύση ή την ακύρωση του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον σύζυγο της μητέρας (τέκνο γεννημένο σε γάμο).
Τέκνο γεννημένο σε γάμο θεωρείται και το τέκνο που γεννήθηκε ύστερα από μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, εφόσον υπάρχει η απαιτούμενη εκ του νόμου δικαστική άδεια. Αν το τέκνο γεννήθηκε μετά την τριακοσιαστή ημέρα από τη λύση ή την ακύρωση του γάμου, η απόδειξη της πατρότητας του συζύγου βαρύνει εκείνον που την επικαλείται, το ίδιο ισχύει και όταν η τεχνητή γονιμοποίηση έγινε μετά το θάνατο του συζύγου, παρά την έλλειψη της δικαστικής άδειας. Επίσης αν μέσα στις τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωση του γάμου γεννήθηκε τέκνο από γυναίκα που τέλεσε νέο γάμο, τεκμαίρεται ότι αυτό έχει πατέρα το δεύτερο σύζυγο, εκτός αν γίνει δεκτή αγωγή για προσβολή της πατρότητας, οπότε τεκμαίρεται ότι είναι τέκνο του πρώτου συζύγου.
Ωστόσο το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του έχει απέναντι σε αυτούς και τους συγγενείς τους ως προς όλα θέση τέκνου γεννημένου σε γάμο, εφόσον οι γονείς του παντρευτούν μεταγενέστερα και το τέκνο είχε αναγνωριστεί ή αναγνωρίζεται μετά την τέλεση του γάμου, εκούσια ή δικαστικά, ως τέκνο του συζύγου. Ακόμη όμως και αν δεν εμφιλοχωρήσει γάμος των γονέων του τέκνου, ο πατέρας μπορεί να προχωρήσει στην αναγνώρισή του, είτε εκουσίως (ΑΚ 1475), είτε δικαστικώς (ΑΚ 1479).
Εκούσια Αναγνώριση: Ο πατέρας μπορεί να αναγνωρίσει ως δικό του το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο, εφόσον συναινεί σε αυτό και η μητέρα. Αν η μητέρα έχει πεθάνει ή δεν έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, η αναγνώριση γίνεται με μόνη τη δήλωση του πατέρα. Αν ο πατέρας έχει πεθάνει ή δεν έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, η αναγνώριση μπορεί να γίνει από τον παππού ή την γιαγιά της πατρικής γραμμής.
Η αναγνώριση από τον πατέρα ή τους γονείς του γίνεται με δήλωση ενώπιον του συμβολαιογράφου ή με διαθήκη. Η συναίνεση της μητέρας παρέχεται με δήλωση ενώπιον του συμβολαιογράφου. Οι δηλώσεις της αναγνώρισης και της συναίνεσης γίνονται αυτοπροσώπως και χωρίς αίρεση ή προθεσμία, ενώ η ανάκληση αυτών είναι ανίσχυρη. Το τέκνο και σε περίπτωση θανάτου του, οι κατιόντες του, δικαιούνται να προσβάλουν την εκούσια αναγνώριση για το λόγο ότι αυτός που δηλώθηκε ως πατέρας δεν είναι πραγματικά πατέρας. Το δικαίωμα αυτό ανήκει επίσης, στην περίπτωση όπου η μητέρα κατά την αναγνώριση είχε πεθάνει ή δεν είχε δικαιοπρακτική ικανότητα, στον καθένα από τους γονείς της και, στην περίπτωση θανάτου του πατέρα ή έλλειψης δικαιοπρακτικής ικανότητας στο πρόσωπό του, στον παππού ή στη γιαγιά που δεν είχε προβεί στην αναγνώριση. Η προσβολή της αναγνώρισης αποκλείεται, αν περάσουν τρεις μήνες αφότου πληροφορήθηκε την αναγνώριση αυτός που την προσβάλλει. Η προσβολή αποκλείεται, αν περάσουν δύο χρόνια από την αναγνώριση, ή προκειμένου για προσβολή από τέκνο που κατά την αναγνώριση ήταν ανήλικο, δυο χρόνια από την ενηλικίωσή του.
Δικαστική αναγνώριση: Η μητέρα έχει δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της που γεννήθηκε χωρίς γάμο της με τον πατέρα του. Το ίδιο δικαίωμα έχει και το τέκνο. Όταν η μητέρα αρνείται τη χορήγηση της συναίνεσης που απαιτείται για την εκούσια αναγνώριση, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης έχουν επίσης ο πατέρας, ή σε περίπτωση θανάτου του ή απουσίας δικαιοπρακτικής ικανότητας, ο παππούς και η γιαγιά από πατρική γραμμή. Σημειούται πως αν διενεργηθεί τεχνητή γονιμοποίηση με γεννητικό υλικό τρίτου δότη, η δικαστική αναγνώριση της πατρότητας αποκλείεται, έστω και αν η ταυτότητά του είναι ή γίνει εκ των υστέρων γνωστή.
Η αγωγή της μητέρας ασκείται κατά του πατέρα ή των κληρονόμων του. Η αγωγή του τέκνου ασκείται κατά του γονέα που δεν έχει προβεί στην αναγκαία για την εκούσια αναγνώριση δήλωση ή κατά των κληρονόμων του. Η αγωγή του πατέρα ή των γονέων του ασκείται κατά της μητέρας ή των κληρονόμων της. Η πατρότητα τεκμαίρεται, αν αποδειχθεί ότι αυτός για τον οποίο προβάλλεται ισχυρισμός ότι είναι πατέρας, είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης. Το τεκμήριο δεν ισχύει, αν η αγωγή ασκείται από το τέκνο μετά την ενηλικίωση του και ο πατέρας πέθανε πριν από το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο βαθμό. Το ως άνω τεκμήριο ανατρέπεται, αν προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες για την πατρότητα.
Το δικαίωμα της μητέρας να ζητήσει την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της αποσβένυται όταν περάσουν πέντε χρόνια από τον τοκετό. Το δικαίωμα του τέκνου αποσβένυται, ένα έτος μετά την ενηλικίωσή του, και το δικαίωμα του πατέρα ή των γονέων του δυο έτη αφότου αρνήθηκε τη συναίνεσή της η μητέρα. Αν η μητέρα ήταν έγγαμη κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης του τέκνου, η ως άνω προθεσμία αρχίζει αφότου γίνει αμετάκλητη η απόφαση που δέχεται την προσβολή της πατρότητας.
Έννομα αποτελέσματα της αναγνώρισης (εκούσιας ή δικαστικής): Στην περίπτωση που λάβει χώρα η αναγνώριση του τέκνου, είτε εκουσίως είτε δικαστικώς, το τέκνο εξομοιούται με τέκνο γεννημένο εντός γάμου των γονέων του τόσο απέναντι στους δυο γονείς όσο και στους συγγενείς, δηλαδή απολαμβάνει των ίδιων δικαιωμάτων που θεσπίζονται για τα παιδιά που έχουν γεννηθεί διαρκούντος του γάμου των γονέων τους.
Επώνυμο Τέκνου
Οι γονείς υποχρεούνται να έχουν προσδιορίσει το επώνυμο των τέκνων τους με κοινή αμετάκλητη δήλωσή τους. Η δήλωση γίνεται πριν από το γάμο, είτε σε συμβολαιογράφο είτε στον λειτουργό, ενώπιον του οποίου θα τελεσθεί ο γάμος. Ο λειτουργός οφείλει να ζητήσει τη σχετική δήλωση. Το οριζόμενο επώνυμο, κοινό για όλα τα τέκνα, μπορεί να είναι είτε το επώνυμο του ενός από τους δυο γονείς είτε συνδυασμός των επωνύμων τους, που όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από δυο επώνυμα. Αν οι γονείς παραλείψουν να δηλώσουν το επώνυμο το τέκνων τους, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, τα τέκνα έχουν για επώνυμο το επώνυμο του πατέρα τους.
Το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του παίρνει το επώνυμο της μητέρας του. Ο σύζυγος της μητέρας μπορεί να δώσει στο τέκνο, με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το επώνυμό του στη θέση του έως τότε επωνύμου του τέκνου ή επιπρόσθετα, αν συναινέσουν σε αυτό, κατά τον ίδιο τύπο, η μητέρα και το τέκνο. Αν γίνει αναγνώριση, εκούσια ή δικαστική, το ενήλικο τέκνο ή, αν αυτό είναι ανήλικο, οι γονείς του ή και ένας από αυτούς ή ο επίτροπος του δικαιούνται, μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την ολοκλήρωση της αναγνώρισης, να προσθέσουν, με δήλωση στο ληξίαρχο, το πατρικό επώνυμο στο επώνυμο του τέκνου.
Αν στη δήλωση προβαίνουν οι δυο γονείς από κοινού, μπορούν να προσδιορίσουν το νέο επώνυμο του τέκνου σύμφωνα με τα ήδη λεχθέντα ανωτέρω.